moskobisi

Πεπεισμένος πως η ευρωζώνη είναι θωρακισμένη και μπορεί να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε κατάσταση εμφανίστηκε ο Ευρωπαίος επίτροπος, αρμόδιος για τις οικονομικές υποθέσεις Πιερ Μοσκοβισί.

Μιλώντας από το Νταβός και το βήμα του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ ο κ. Μοσκοβισί τόνισε, μεταξύ άλλων, πως δεν διαβλέπει «κανέναν κίνδυνο και καμία πρόθεση για έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη»

stiglits

«Αν τα γεγονότα δεν ταιριάζουν με τη θεωρία, αλλάξτε τη θεωρία, λέει μια παλιά ρήση. Πολύ συχνά όμως, είναι πιο εύκολο να κρατήσουμε τη θεωρία και να αλλάξουμε τα γεγονότα. Τουλάχιστον, αυτό φαίνεται να πιστεύουν η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και οι άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες που τάσσονται υπέρ της λιτότητας.

Παρόλο που τα γεγονότα βρίσκονται ακριβώς μπροστά τους αυτοί συνεχίζουν να αρνούνται την πραγματικότητα», αναφέρει ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς, με πρόσφατο άρθρο του στη βρετανική εφημερίδα Guardian, χαρακτηρίζοντας «απόλυτη καταστροφή» τη λιτότητα.

«Η λιτότητα έχει αποτύχει», τονίζει. «Οι υπέρμαχοί της όμως είναι πρόθυμοι να ισχυριστούν ότι πέτυχε, βασιζόμενοι στην πιο αδύναμη απόδειξη: ότι δηλαδή η οικονομία δεν καταρρέει πλέον, άρα η λιτότητα είναι αποτελεσματική! Με την ίδια λογική όμως θα μπορούσαμε να πούμε ότι το να πηδήξεις από έναν γκρεμό είναι ο καλύτερος τρόπος για να κατέβεις το βουνό. Κάθε πτώση κάποια στιγμή τελειώνει. Η επιτυχία όμως δεν θα πρέπει να μετριέται μόνο από το ότι κάποια στιγμή θα υπάρξει ανάκαμψη, αλλά από το πόσο γρήγορα έρχεται αυτή η ανάκαμψη και πόσο εκτεταμένη είναι η ζημιά που προκάλεσε η ύφεση».

«Από αυτήν την άποψη», συνεχίζει ο Στίγκλιτς, «η λιτότητα ήταν μια απόλυτη καταστροφή, κάτι που γίνεται όλο και πιο εμφανές καθώς οι οικονομίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έρχονται για μία ακόμα φορά αντιμέτωπες με στασιμότητα, εάν όχι με τριπλή ύφεση, με την ανεργία να παραμένει σε επίπεδα ρεκόρ και το κατά κεφαλήν πραγματικό ΑΕΠ σε πολλές χώρες να παραμένει χαμηλότερο των προ κρίσεως επιπέδων. Μάλιστα, ακόμα και στις οικονομίες που εμφανίζουν τις καλύτερες επιδόσεις, όπως για παράδειγμα η γερμανική, η ανάπτυξη από το 2008 είναι τόσο αργή που σε άλλες συνθήκες θα χαρακτηριζόταν ζοφερή».

Όπως επισημαίνει, οι πιο ταλαιπωρημένες χώρες βρίσκονται σε κατάσταση κατάθλιψης. Δεν υπάρχει άλλη λέξη που να περιγράφει τις οικονομίες της Ισπανίας ή της Ελλάδας, όπου σχεδόν ο ένας στους τέσσερις -και πάνω από το 50% των νέων- δεν μπορεί να βρει δουλειά.

Το να πει κανείς ότι το φάρμακο είναι αποτελεσματικό διότι το ποσοστό της ανεργίας έχει μειωθεί κατά λίγες ποσοστιαίες μονάδες, ή διότι φαίνεται ότι μπορεί να υπάρξει μια ισχνή ανάπτυξη είναι το ίδιο με αυτό που λέει ένας κουρέας του Μεσαίωνα ότι η αφαίμαξη είναι αποτελεσματική διότι ο ασθενής δεν έχει πεθάνει... ακόμα!

Βασιζόμενος στη μέτρια ανάπτυξη της Ευρώπης από το 1980 και ύστερα, ο Stiglitz υπολογίζει πως η οικονομία της ευρωζώνης σήμερα βρίσκεται τουλάχιστον 15% χαμηλότερα από εκεί όπου θα ήταν εάν δεν είχε συμβεί η οικονομική κρίση του 2008, γεγονός που υποδηλώνει απώλεια 1,6 τρισ. δολαρίων μόνο για φέτος, και συνολική απώλεια άνω των 6,5 τρισ. δολαρίων. Το πιο ανησυχητικό, σύμφωνα με τον ίδιο, είναι ότι το χάσμα διευρύνεται αντί να κλείνει, και αυτό σημαίνει απλά ότι η μακροχρόνια ύφεση μειώνει την προοπτική ανάπτυξης της Ευρώπης.

Την ίδια ώρα, όμως, η Γερμανία συνεχίζει να πιέζει άλλες χώρες να ακολουθήσουν πολιτικές που αποδυναμώνουν τις οικονομίες, αλλά και τις δημοκρατίες τους. Όταν οι πολίτες ψηφίζουν επανειλημμένως για αλλαγή πολιτικής -κυρίως για θέματα που αφορούν τη διαβίωσή τους-, αλλά τους λένε πως τα ζητήματα αυτά αποφασίζονται από άλλους ή ότι δεν έχουν επιλογή, τόσο η δημοκρατία όσο και η πίστη στο ευρωπαϊκό project πλήττονται.

Πριν από τρία χρόνια, η Γαλλία ψήφισε για αλλαγή, αλλά το μόνο που δόθηκε στους ψηφοφόρους ήταν μία ακόμα δόση φιλοεπιχειρηματικής λιτότητας.
Στην Ιταλία, ο Ματέο Ρέντσι πιέζεται να επιταχύνει τις ιδιωτικοποιήσεις. Ευτυχώς, έχει τη λογική να αναγνωρίζει ότι η πώληση κρατικών περιουσιακών στοιχείων σε εξευτελιστικές τιμές δεν έχει λογική.

Το πιο τραγικό της υπόθεσης, καταλήγει ο οικονομολόγος, είναι ότι όλα τα δεινά που υφίσταται η Ευρώπη ήταν περιττά.

economist that seekin again

Για την νέα «εμφάνιση» της κρίσης στην Ευρωζώνη, η οποία δεν είχε εξαφανιστεί ποτέ, κάνει λόγο σε άρθρο του το περιοδικό Economist. 

Εχοντας ως εξώφυλλο μια βάρκα-ευρώ που βουλιάζει και στην οποία επιβαίνουν οι Μέρκελ, Ολάντ, Ρέντσι και Ντράγκι, ο Economist ασκεί σκληρή κριτική στις προσπάθεις των ηγετών της Ευρωζώνης οι οποίες δεν απομακρύνουν τον κίνδυνο.
 
Στο κεντρικό άρθρο με τίτλο «Το αίσθημα του ναυαγίου (ξανά)» (σ.σ. That sinking Feeling again) το περιοδικό χαρακτηρίζει ως ψευδαίσθηση την ευφορία των τελευταίων μηνών, τονίζει ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να απαλλαχθεί από εγγενείς ασθένειές της και φθάνει στο συμπερασμα πως η κρίση του ευρώ δεν πέρασε, απλώς περιμένει στη... γωνία.

«Μόλις πριν από μερικούς μήνες οι ηγέτες της Ευρωζώνης πιστεύοντας ότι έχουν περάσει τα δύσκολα επαναπαύτηκαν» αναφέρει ο Economist και συνεχίζει «έχοντας εξασφαλίσει και την υπόσχεση του προέδρου της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι ότι θα κάνει τα πάντα για να στηρίξει το ενιαίο νόμισμα η εμπιστοσύνη άρχισε να ρέει ξανά στην ήπειρο. Η ανάπτυξη φάνηκε να επιστρέφει, αν και με αργά βήματα, οι περιφερειακές χώρες άρχισαν να επανακάμπτουν, έπειτα από διασώσεις με επίπονα μέτρα ώστε να περιορίσουν τα έξοδα και να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα. Η ανεργία, ιδιαίτερα ανάμεσα στους νέους, παρέμενε αρκετά υψηλή, αλλά στις περισσότερες χώρες τα ποσοστά έδειχναν να πέφτουν και τα spreads των ομολόγων είχαν μειωθεί καθώς οι αγορές σταμάτησαν να στοιχηματίζουν στην κατάρρευση του ευρώ».
 
 
Ολα ήταν μια ψευδαίσθηση
 
Ολα αυτά ήταν μια ψευδαίσθηση. Τις τελευταίες εβδομάδας χώρες της ευρωζώνης άρχισαν να «μπάζουν νερά» για ακόμη μια φορά. Το συλλογικό τους ΑΕΠ παρέμεινε στάσιμο στο δεύτερο τέταρτο του 2014:
 
Η Ιταλία επέστρεψε σε ολοκληρωτική ύφεση, το γαλλικό ΑΕΠ παρέμεινε στάσιμο και ακόμη και η πανίσχυρη Γερμανία σημείωσε μια αναπάντεχη πτώση απόδοσης. Το τρίτο τέταρτο του έτους αναμένεται αρκετά ασταθές, κυρίως επειδή η ζώνη του ευρώ θα υποστεί επιπλέον απώλειες από τις κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία.
 
Την ίδια στιγμή ο πληθωρισμός έχει πέσει επικίνδυνα χαμηλά, περίπου στο 0,4%, αρκετά πιο κάτω από το 2% που ήταν ο στόχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δημιουργώντας επιπρόσθετους φόβους. Οι αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων βρίσκονται κάτω από το 1%, ακόμη ένας προάγγελος της πτώσης των τιμών. Η Ευρωζώνη στέκεται (ή καλύτερα ακροβατεί) σε αντίθεση με την Αμερική και τη Βρετανία, των οποίων οι οικονομίες απολαμβάνουν βιώσιμη ανάπτυξη.
Αυτό που άρχισε πριν από περίπου τέσσερα χρόνια σαν μια τραπεζική κρίση και κρίση κρατικού χρέους έχει εξελιχθεί σε μια κρίση ανάπτυξης, που τώρα περιβάλλει και τις τρεις μεγαλύτερες οικονομίας.
 
Η Γερμανία ισορροπεί επικίνδυνα στα όρια της ύφεσης, η Γαλλία είναι βυθισμένη στη στασιμότητα και το ΑΕΠ της Ιταλίας είναι ελάχιστα πάνω από τα επίπεδα προ 15 ετών, όταν και εισήλθε στο ενιαίο νόμισμα. Από τη στιγμή που αυτές οι χώρες ισοδυναμούν με τα 2/3 του ΑΕΠ της Ευρωζώνης, η ανάπτυξη σε χώρες όπως η Ισπανία ή η Ολλανδία δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα.
 
 
Οι εγγενείς ασθένεις της Ευρώπης
 
Οι αιτίες για τις νέες «ασθένειες» της Ευρώπης είναι τρία πολύ οικεία και άρρηκτα συνδεδεμένα προβλήματα:
  1. Δεν υπάρχουν αρκετοί πολιτικοί ηγέτες με το κουράγιο και την θέληση να προωθήσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα και, εν τέλει, να επανεκκινήσουν τις οικονομίες για να έλθει η ανάπτυξη.
  2. Η κοινή γνώμη δεν είναι πεπεισμένη για την ανάγκη για βαθιές και ριζικές αλλαγές.
  3. Παρά τις προσπάθειες του κ. Ντράγκι το νομισματικό και δημοσιονομικό πλαίσιο είναι τόσο στενό που «στραγγαλίζει» την ανάπτυξη, κάτι το οποίο κάνει τις διαρθρωτικές αλλαγές ακόμη πιο δύσκολες.
Ο... Γάλλος «ασθενής», ο πονηρός Ρέντσι και οι εμμονές της Μέρκελ
 
Διαφορετικές ενδείξεις αυτών των προβλημάτων μπορούν να παρατηρηθούν σε όλες τις χώρες της Ευρωζώνης, ωστόσο, η Γαλλία παρουσιάζει με τρόπο δραματικό και τα τρία μαζί. Την περασμένη εβδομάδα ο σοσιαλιστής πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ, αναγκάστηκε να κάνει ανασχηματισμό στην κυβέρνησή του για να εκδιώξει τον Αρνό Μοντεμπούρ, ο οποίος, παρά το γεγονός ότι ήταν υπουργός Οικονομίας, υπήρξε ο πιο σκληρός επικριτής της ίδιας του της κυβέρνησης.
 
Ο κ. Ολάντ, ο οποίος εκλέχθηκε στην προεδρία με την υπόσχεση για ένα καλύτερο μέλλον, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας αναμορφωτής τύπου Θάτσερ, αλλά από τη στιγμή που τοποθέτησε τον Μανουέλ Βαλς ως πρωθυπουργό δείχνει, τουλάχιστον, να έχει ενστερνιστεί την αρχή των περικοπών στα δημοσιονομικά, της μείωσης των φόρων και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
 
Στην θεωρία μια νέα και πιο συμπαγής κυβέρνηση θα μπορούσε να έχει πρόοδο, ωστόσο, η κοινή γνώμη δεν είναι πεπεισμένη. Ο Γάλλος πρόεδρος όχι μόνο είναι εξαιρετικά μη δημοφιλής (σε αντίθεση με τον Ματέο Ρέντσι ο οποίος έχει πείσει, αλλά δεν έχει ολοκληρώσει τις δύσκολες μεταρρυθμίσεις), αλλά δεν έχει καταφέρει να πείσει τους ψηφοφόρους ότι οι επώδυνες αλλαγές, όπως και η συρρίκνωση του κρατικού μηχανισμού είναι πράγματα αναπόφευκτα.
 
Στον αντίποδα ο Μοντεμπούρ και οι σύμμαχοί του προσφέρουν τη γοητευτική ιδέα πως αν η ζώνη του ευρώ σβήσει τους κανόνες της, επιτρέψει μεγαλύτερα δημοσιονομικά ελλείμματα και αρκετά γενναιόδωρες δημόσιες δαπάνες δεν θα υπάρχει η ανάγκη για επώδυνες μεταρρυθμίσεις γιατί η οικονομία θα βγει ως εκ θαύματος από τα δικά της προβλήματα.
 
Ωστόσο, ο Μοντεμπούρ έχει δίκιο αναφορικά με το τρίτο από τα βασικά προβλήματα της Ευρώπης, την υπερβολική λιτότητα, η οποία επιβάλλεται σε όλη την ήπειρο κυρίως από τη Γερμανία.
 
Και ο ίδιος ο Μάριο Ντράγκι πρόσφατα παραδέχθηκε εμμέσως ότι η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική στην Ευρωζώνη είναι πολύ σφιχτή, ενώ υπαινίχθηκε ότι θα ήταν υπέρ μιας ποσοτικής χαλάρωσης, όπως έπραξαν οι ΗΠΑ και η Βρετανία, κάτι που ερμηνεύθηκε ως μήνυμα προς την Ανγκελα Μέρκελ. Αυτή άλλωστε είναι και η ηγέτης που επιμένει περισσότερο από όλους στην αυστηρή πειθαρχία, όπως και η Bundesbank είναι η τράπεζα που αντιτίθεται περισσότερο από όλες στην πιθανότητα ποσοτικής χαλάρωσης.
 
 
Υπάρχει ελπίδα αλλά η Μέρκελ δεν προσπάθησε ποτέ
 
Παρά την οποιαδήποτε, κατήφεια, λέει ο Economist, σίγουρα υπάρχει και η θετική πλευρά. Αν οι κύριοι Ολάντ και Ρέντσι μπορούν να αποδείξουν ότι θα προωθήσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η Ανγκελα Μέρκελ ίσως να συμφωνήσει να ανεχθεί σε μια πιο χαλαρή δημοσιονομική στάση (συμπεριλαμβανομένων και μεγαλύτερων δημόσιων δαπανών στην Γερμανία) και νομισματική πολιτική.
 
Εάν κλείσετε τα μάτια σας μπορείτε να φανταστείτε τους τρεις ηγέτες και την ΕΕ να ολοκληρώνουν την ενιαία αγορά και να υπογράφουν εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ. Δυστυχώς, στον πραγματικό κόσμο, η Ανγκελα Μέρκελ έχει κάθε λόγο να μην εμπιστεύεται την Γαλλία και την Ιταλία, καθώς, όποτε η εξωτερική πίεση προς αυτές τις χώρες υποχωρεί, αμέσως κάνουν πίσω στις όποιες μεταρρυθμίσεις έχουν συμφωνήσει. Και η καγκελάριος της Γερμανίας μόλις τοποθέτησε ως πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον «Μίστερ Τίποτα» Ζαν Κοντ Γιούνκερ.
 
Αρα θα είναι αρκετά δύσκολο, αλλά χωρίς περαιτέρω πιέσεις από τους ηγέτες της ηπείρου, η ανάπτυξη δεν θα επιστρέψει και ο αποπληθωρισμός θα παγώσει. Η Ιαπωνία αντιμετώπισε μια ολόκληρη δεκαετία (1990) χαμένης ανάπτυξης και ακόμη παλεύει. Σε αντίθεση, όμως με την Ιαπωνία, η Ευρώπη δεν είναι μια συμπαγής χώρα και εφόσον η νομισματική ένωση δεν φέρει παρά μόνο στασιμότητα, τότε κάποιοι θα ψηφίσουν για αποχώρηση από το ευρώ.
 
Η κρίση δεν έχει τελειώσει απλά περιμένει στη γωνία
 
Χάρη στις υποσχέσεις του Μάριο Ντράγκι να θέσει ένα κατώτατο όριο δημοσίου χρέους, ο κίνδυνος πως οι οικονομικές πιέσεις θα μπορούσαν να προκαλέσουν διάλυση της Ενωσης έχει υποχωρήσει, ωστόσο, ο πολιτικός κίνδυνος πως μια ή περισσότερες χώρες θα αποφασίσουν να «πηδήξουν από το καράβι» γίνεται συνεχώς όλο και πιο ορατός.
 
Η κρίση του ευρώ δεν έχει τελειώσει, απλά περιμένει πάντα στην γωνία.

merkel euro - fire

Χάσμα φαίνεται ότι χωρίζει την καγκελάριο Μέρκελ από τους «γκουρού» της παγκόσμιας οικονομικής έρευνας, όπως κατέδειξε η πρόσφατη συνάντηση των νομπελιστών οικονομολόγων στο Λιντάου της Γερμανίας.

«Φαίνεται πως η Μέρκελ δεν έχει αντιληφθεί τη σοβαρότητα της κατάστασης», παρατηρεί ο Έντμουντ Φελπς, κάτοχος του Νόμπελ Οικονομίας 2006.

Όπως αναφέρει δημοσίευμα της Die Welt, ο καθηγητής Μακροοικονομίας στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια δεν μασάει τα λόγια του όταν αναφέρεται στη διαχείριση της «ευρωκρίσης» από τη γερμανίδα καγκελάριο. Και δεν είναι ο μόνος. Μπορεί οι 17 νομπελίστες οικονομολόγοι που έδωσαν το «παρών» στην 5η Συνάντηση του Λιντάου να διαφωνούν σχεδόν σε όλα τα μεγάλα οικονομικά θέματα, σε ένα, ωστόσο, συμφωνούν: στην κριτική τους προς την Άγκελα Μέρκελ.

Οι επικριτές της καγκελαρίου δεν περιορίζονται στον κύκλο των κεϋνσιανιστών. Συντηρητικοί, οπαδοί της Θεωρίας των Παιγνίων ακόμη και φιλελεύθεροι οικονομολόγοι εκφράζουν τη διαφωνία τους στην πολιτική της λιτότητας που η καγκελάριος έχει επιβάλει στην ευρωζώνη. «Με συλλογική απόρριψη αντιμετωπίζει η ελίτ της παγκόσμιας οικονομικής έρευνας τις προτάσεις της γερμανίδας καγκελαρίου για την επίλυση της κρίσης του ευρώ», παρατηρεί η Welt am Sonntag.

«Η μετωπική επίθεση των σημαντικότερων εγκεφάλων κατά της γερμανικής πολιτικής καταδεικνύει όχι μόνο πόσο διευρύνθηκε το χάσμα μεταξύ πολιτικής και οικονομίας –κυρίως όσον αφορά θέματα όπως η "ευρωκρίση", αλλά καθιστά επίσης σαφές πόσο δύσκολο είναι για τη Γερμανία να επιβάλει τις ορθόδοξες οικονομικοπολιτικές της απόψεις στην Ευρώπη», επισημαίνει ο Χόλγκερ Σέπιτς στην κυριακάτικη εφημερίδα.

Ο οικονομικός συντάκτης της γερμανικής συντηρητικής εφημερίδας αναφέρει επίσης ότι «οι οικονομολόγοι αναμένουν πως η Μέρκελ θα πρέπει να αναθεωρήσει κι άλλες γερμανικές θέσεις εάν δεν θέλει να θέσει σε κίνδυνο το ευρώ».

«Η Μέρκελ ακολουθεί στην Ευρώπη μια εντελώς εσφαλμένη πολιτική. Η πορεία λιτότητας που έχει επιβάλει θα οδηγήσει την ευρωζώνη σε βαθιά ύφεση», εκτιμά ο νομπελίστας οικονομολόγος Έρικ Μάσκιν που διδάσκει στο Χάρβαρντ.

Η ίδια η καγκελάριος, κατά την εναρκτήρια ομιλία της στην συνάντηση, στην οποία συμμετείχαν και 450 νέοι οικονομολόγοι υπεραμύνθηκε της πολιτικής της, τονίζοντας ότι τα "κατασκευαστικά σφάλματα" του οικονομικού και νομισματικού συστήματος θα πρέπει να αρθούν με την επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων σε βάρος εκείνων που υπερχρεώνονται και οι οποίοι αρνούνται να προωθήσουν τις δέουσες μεταρρυθμίσεις.

Απευθυνόμενη προς τη Γαλλία και την Ιταλία, χωρίς όμως να τις κατονομάσει, η Άγκελα Μέρκελ έθεσε ρητορικά το ερώτημα «εάν θα πρέπει κανείς να υπερχρεώνεται προκειμένου να επιτύχει τον στόχο της ανάπτυξης». Την εν λόγω επισήμανση της καγκελαρίου εξέλαβαν μάλλον ως πρόκληση οι νομπελίστες, έχοντας προφανώς κατά νου τα απογοητευτικά για την ευρωζώνη οικονομικά στοιχεία του δεύτερου τριμήνου του 2014.

«Δεν είχα ιδιαίτερα θετική άποψη για το ευρώ και εξεπλάγην όταν διαπίστωσα πόσο ισχυρή είναι η πολιτική βούληση για το κοινό νόμισμα, ωστόσο, εφόσον έχετε ταχθεί υπέρ του ευρώ θα πρέπει να κάνετε και κάτι υπέρ αυτού», λέει ο Λαρς-Πέτερ Χάνσεν, νομπελίστας Οικονομικών για το 2013. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σικάγο, αναφέρεται στην οικονομική στασιμότητα και για την υπέρβασή της προτείνει επενδύσεις στην εκπαίδευση και στις υποδομές. «Το να απειλείς μια χώρα που ήδη έχει καταρρεύσει με περαιτέρω κυρώσεις δεν το βρίσκω τόσο καλή ιδέα» λέει ο Χάνσεν αναφερόμενος στα μέτρα αντιμετώπισης των υπερχρεωμένων χωρών της ευρωζώνης.

Το ίδιο επικριτικός έναντι της καγκελαρίου είναι και Τζέιμς Μίρλες, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Ο κάτοχος του Νόμπελ Οικονομίας 1996 εκτιμά ότι η Μέρκελ δέχεται «εσφαλμένες συμβουλές». Η Μέρκελ «έχει ήδη αντιληφθεί ότι το ευρώ έχει κατασκευαστικά ελαττώματα, αλλά από αυτή τη διαπίστωση εξάγει εσφαλμένα συμπεράσματα», επισημαίνει ο σκωτσέζος οικονομολόγος, εκτιμώντας ότι το ευρώ δεν έχει πολλές πιθανότητες επιβίωσης.

Ο Μίρλες παραπέμπει στην «δραματικά» υψηλή ανεργία στις χώρες-μέλη της ευρωζώνης, η οποία απειλεί να τινάξει στον αέρα το κοινό νόμισμα. «Το κόστος για τη διατήρηση του ευρώ είναι υψηλό και θα πρέπει να είναι κανείς διατεθειμένος να το αναλάβει», λέει ο σκωτσέζος νομπελίστας.

Την άποψη του Τζέιμς Μίρλες για οικονομικό επιτελείο της καγκελαρίου συμμερίζεται, τέλος, και ο Έρικ Μάσκιν. «Ένα είναι βέβαιο, η Μέρκελ έχει τους λάθος οικονομικούς συμβούλους» υποστηρίζει ο αμερικανός οικονομολόγος.

matrix24

draghi

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα αρχίσει να αγοράζει δέσμες τραπεζικών δανείων και άλλες μορφές καλυμμένων αξιόγραφων και ομολόγων από τα μέσα του μήνα, σε μία προσπάθεια να επιτύχει την επανεκκίνηση της οικονομίας της Ευρωζώνης, παρά τη δυσαρέσκεια που εκφράζεται στη Γερμανία και αλλού.

Η ΕΚΤ διατήρησε το βασικό της επιτόκιο αμετάβλητο στο 0,05%, επίπεδο που έχει χαρακτηρίσει ως το «κατώτατο όριο». Ο πρόεδρος της Μάριο Ντράγκι δήλωσε ότι η κεντρική τράπεζα θα αρχίσει να αγοράζει καλυμμένα ομόλογα (μία μορφή εγγυημένων τίτλων) από τις τράπεζες στα μέσα του Οκτωβρίου και ομόλογα που βασίζονται σε τραπεζικά δάνεια (asset-backed securities, ABS) σε κάποιο χρονικό σημείο στο τέταρτο τρίμηνο του έτους.

Η ΕΚΤ θα αγοράζει ομόλογα (ABS) και από την Ελλάδα και την Κύπρο, όπου η πιστοληπτική διαβάθμισή τους είναι χαμηλότερη από αυτή που δέχεται η κεντρική τράπεζα ως ενέχυρο κατά τη χορήγηση ρευστότητας στις τράπεζες (κάτω από το BBB-). Ωστόσο, ο κ. Ντράγκι είπε ότι αυτό θα γίνει με όρους - μεταξύ των οποίων είναι η παραμονή των χωρών σε πρόγραμμα -, προκειμένου να μειωθεί ο κίνδυνος για την ΕΚΤ. «Θέλουμε όσο το δυνατόν να μην κάνουμε εξαιρέσεις, αλλά επιδεικνύοντας σύνεση», τόνισε ο κ. Ντράγκι στη συνέντευξη τύπου που έδωσε μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ στη Νάπολη, προσθέτοντας: 

«Έτσι, αποφασίσαμε να συμπεριλάβουμε χώρες που έχουν πιστοληπτική διαβάθμιση χαμηλότερη από το BBB-, όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, αποκλίνοντας (σ.σ.: από τους κανονισμούς), με δύο όρους. Ο πρώτος όρος είναι η ύπαρξη μίας σειράς μέτρων που περιορίζουν τον κίνδυνο, ο οποίος θα μπορούσε να υπάρξει από τις συγκεκριμένες αγορές, ώστε τα στοιχεία ενεργητικού που θα αγορασθούν εκεί να είναι αντίστοιχα από πλευράς κινδύνου με τα στοιχεία ενεργητικού που θα αγορασθούν σε άλλες χώρες... Και, μετά, υπάρχει ένας δεύτερος όρος, θα έλεγα (όρος) σύνεσης, που είναι βασικά ότι οι χώρες πρέπει να έχουν ένα τρέχον πρόγραμμα με την ΕΕ». 

Μεταξύ των μέτρων μείωσης του κινδύνου των ελληνικών και κυπριακών ομολόγων που ανακοίνωσε η ΕΚΤ περιλαμβάνεται η πρόβλεψη ενός ανώτερου ορίου αγοράς κάθε έκδοσης ομολόγων στο 30% – έναντι 70% για τις άλλες χώρες – και η κατάθεση επιπλέον ενεχύρων τουλάχιστον 25%.

Αυτή η προοπτική, σημειώνει το πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς, έχει πάντως προκαλέσει ήδη αντιδράσεις στη Γερμανία και αλλού. Ο κ. Ντράγκι κάλεσε τις κυβερνήσεις να στηρίξουν το σχέδιο αγοράς των ομολόγων με εγγυήσεις για τα τμήματα των ABS που έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, μία κίνηση που θα έδινε πλήρη ασφάλεια στην αγορά και θα ενθάρρυνε και άλλους αγοραστές. Ωστόσο, η Γαλλία και η Γερμανία απάντησαν αρνητικά στην έκκληση αυτή. Ο επικεφαλής της γερμανικής κεντρικής τράπεζας (Μπούντεσμπανκ) Γενς Βάιντμαν έχει εκφράσει ήδη τις αμφιβολίες του για το πρόγραμμα αγοράς ABS. «Αυτή είναι μία επικίνδυνη μεταβίβαση που θα ήταν δικαιολογημένη σε μία ακραία κατάσταση, αλλά θεωρώ ότι είναι από κάθε πλευρά προβληματική στο σημερινό περιβάλλον», δήλωσε ο κ. Άξελ Βέμπερ, προκάτοχος του κ. Βάιντμαν στην ηγεσία της Μπούντεσμπανκ.

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ χαρακτήρισε «πολύ κατανοητή» την αύξηση του ευρωσκεπτικισμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δεδομένης της αδύναμης οικονομίας της.

«Είναι πολύ κατανοητό ότι οι πολίτες είναι ευρωσκεπτικιστές, επειδή τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά... Σε αυτό το μέρος του κόσμου (τη Νότια Ευρώπη) τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά, είναι εκτεταμένη η ανεργία και είναι πολύ αδύναμη η οικονομική δραστηριότητα, με μία ύφεση που σε ορισμένες χώρες φαίνεται να μην τελειώνει ποτέ. Επομένως, δεν μπορεί να περιμένει κανείς ότι οι πολίτες θα είναι ενθουσιασμένοι με αυτό. Στο άλλο μέρος της Ευρώπης υπάρχει (σ.σ.: ο ευρωσκεπτικισμός), επειδή οι πολίτες αισθάνονται ότι πληρώνουν για όλους τους άλλους», δήλωσε ο κεντρικός τραπεζίτης.

Ο κ. Ντράγκι επανέλαβε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ είναι ομόφωνο στη δέσμευσή του να χρησιμοποιήσει πρόσθετα μη συμβατικά μέτρα στα πλαίσια της εντολής της κεντρικής τράπεζας, εφόσον χρειασθεί να αντιμετωπίσει τον πολύ χαμηλό πληθωρισμό στην Ευρωζώνη (τον Σεπτέμβριο υποχώρησε στο 0,3% έναντι στόχου της ΕΚΤ για λίγο κάτω από το 2%). Ο κεντρικός τραπεζίτης τόνισε ότι η πολιτική της ΕΚΤ θα πρέπει να συνοδευθεί από ανάλογη δημοσιονομική πολιτική και πολιτική για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ώστε να είναι πιο αποτελεσματική. «Δεν υπάρχει κάποιο παζάρι εδώ, του τύπου ‘εμείς θα κάνουμε αυτά, αν εσείς κάνετε εκείνα’. Γνωρίζουμε ότι τα μέτρα μας θα είναι περισσότερο αποτελεσματικά ή κάποιες φορές θα είναι αποτελεσματικά, μόνο αν υπάρχουν και άλλες πολιτικές... Κάθε παράγοντας πρέπει να παίξει τον ρόλο του», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Ταυτόχρονα, ο Μάριο Ντράγκι έκανε σαφές ότι θα πρέπει να επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις στην Ευρωζώνη, σημειώνοντας: «Η νομοθέτηση και εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι σαφές ότι πρέπει να αποκτήσει δυναμική σε αρκετές χώρες. Αυτές αφορούν τις αγορές προϊόντων και εργασίας καθώς και δράσεις για την βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος».

skai

 

euro haros
 
Πολιτική αναταραχή λοιπόν στη Γαλλία, καθώς η κρίση του κέντρου της Ευρωζώνης γίνεται όλο και βαθύτερη.  
 
Ο πρόεδρος Ολάντ αντιδρά σπασμωδικά στη γερμανική πίεση, χωρίς ξεκάθαρη κατεύθυνση και χωρίς να διαφαίνεται ότι υπάρχει αντίληψη της πραγματικής κατάστασης της χώρας.
 
Tο πρόβλημα της Γαλλίας δεν είναι απλώς η λανθασμένη πολιτική λιτότητας που εκπορεύεται από το Βερολίνο. Η κρίση της Γαλλίας έχει δομικά αίτια που προέρχονται από την ίδια τη φύση της Ευρωζώνης.
 
Αξίζει να αφιερώσετε λίγα λεπτά στο. διάγραμμα που παραθέτω από μια σχετικά αξιόπιστη πηγή του διαδικτύου. Πρόκειται για μια παραλλαγή ενός διαγράμματος που αρχικά δημοσίευσε ο Nicholas Crafts, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Warwick, στο έγκριτο VoxEU το Δεκέμβριο του 2013. Είναι φυσικά απαραίτητο να υπάρχει μια επιφυλακτικότητα - ακόμη και σε μετρήσεις που κάνει κανείς μόνος του - αλλά αυτό που απεικονίζεται στο διάγραμμα ταιριάζει απόλυτα με ό,τι ζούμε και με ό,τι δείχνουν άλλα στατιστικά στοιχεία που συνεχώς δημοσιεύονται στο ευρωπαϊκό κέντρο.
 
Το αρχικό διάγραμμα του Crafts περιλάμβανε τρεις περιοχές: το λεγόμενο Μπλοκ της Στερλίνας (1929-1938), το λεγόμενο Μπλοκ του Χρυσού (1929-1938) και την Ευρωζώνη μετά το 2007. Συνέκρινε το βάθος και τη διάρκεια της κρίσης που βίωσαν αυτές οι τρεις πολύ σημαντικές νομισματικές ζώνες σε δύο καθοριστικές περιόδους κρίσης του παγκόσμιου καπιταλισμού, δηλαδή τη δεκαετία του 1930 και την περίοδο μετά το 2007. Το διάγραμμα που παραθέτω απλώς περιλαμβάνει και την Ιαπωνία (1992-2001).
 
Το συμπέρασμα;
 
Η κρίση της Ευρωζώνης είναι καταφανώς η χειρότερη. Δεν είχε ποτέ το βάθος της κρίσης του Μπλοκ της Στερλίνας και του Μπλοκ του Χρυσού τη δεκαετία του 1930, αλλά τις έχει ξεπεράσει κατά πολύ σε διάρκεια και ήδη βαθαίνει ξανά, αντί να τελειώνει. Πρόκειται για ιστορική αποτυχία χωρίς προηγούμενο για μια νομισματική ένωση τέτοιου μεγέθους.
 
 
Γιατί γίνεται αυτό; Οι παράγοντες είναι φυσικά πολλοί και εδράζονται στην πραγματική οικονομία, όχι μόνο στις διαφορές κυβερνητικής πολιτικής. Αλλά όσοι πιστεύουν ότι το νομισματικό σύστημα δεν έχει σημασία είναι είτε αδαείς, είτε πάσχουν από το σύνδρομο του ταμπού του ευρώ. Δυστυχώς και τα δύο απαντώνται συχνότατα στην ελληνική Αριστερά.
 
Το Μπλοκ της Στερλίνας απαρτίζονταν κυρίως από τη Βρετανία που εγκατέλειψε τον Κανόνα του Χρυσού το 1931 και υποτίμησε το νόμισμα. Το Μπλοκ του Χρυσού απαρτίζονταν κυρίως από τη Γαλλία (που κατείχε μεγάλα αποθεματικά) και επέμεινε στον Κανόνα του Χρυσού μέχρι το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930, διατηρώντας σκληρές ισοτιμίες και επιβάλλοντας αυστηρή λιτότητα. Με άλλα λόγια, πήρε το δρόμο της 'εσωτερικής υποτίμησης', όπως επιτάσσει η λογική του Κανόνα του Χρυσού. Το αποτέλεσμα ήταν να αντιμετωπίσει πολύ βαθύτερη κρίση από το Μπλοκ της Στερλίνας, μέχρι τελικά να σπάσει η πρόσδεση με το χρυσό το 1936. Το φετίχ του κίτρινου μετάλλου, βλέπετε, πληρώνεται ακριβά.
 
Η Ευρωζώνη δεν εφαρμόζει τύποις τον Κανόνα του Χρυσού, αν και η ΕΚΤ κατέχει τεράστιες ποσότητες του μετάλλου. Η λειτουργία της ΟΝΕ όμως αναπαράγει τη βασική λογική του Κανόνα επιβάλλοντας 'εσωτερική υποτίμηση' και αυστηρή λιτότητα σε μια περίοδο βαθύτατης οικονομικής κρίσης. Το αποτέλεσμα φαίνεται στο διάγραμμα: η Ευρώπη έχει τυλίξει μια θηλειά στο λαιμό της και τη σφίγγει όλο και πιο πολύ.
 
Η σύγκριση είναι ακόμη χειρότερη αν αναλογιστούμε τη βασική διαφορά ανάμεσα στη δεκαετία του 1930 και στο τώρα. Ο Κανόνας του Χρυσού ήταν ένα σύστημα που λειτουργούσε τυφλά και αυτόματα στη βάση της κατοχής του χρηματικού μετάλλου. Η Ευρωζώνη είναι ένα σύστημα που συνειδητά αναπαράγει τις χειρότερες αδυναμίες του Κανόνα του Χρυσού τη στιγμή που το κύριο μέσο πληρωμής πλέον δημιουργείται από τις κεντρικές τράπεζες με τη στήριξη του κράτους.
 
Γιατί κυριάρχησε αυτός ο παραλογισμός που αντιβαίνει την ιστορική εμπειρία; Το χαρακτηριστικό της αστικής τάξης - σε αντίθεση με τα εργατικά και λαϊκά στρώματα - είναι ότι μαθαίνει από την ιστορία. Έχει δημιουργήσει θεσμούς, όπως τα πανεπιστήμια και τα διάφορα ερευνητικά κέντρα, που αποθηκεύουν και αξιοποιούν τη μνήμη. Πρόκειται για ένα από τα κυριότερα μυστικά της ανθεκτικότητας της αστικής εξουσίας διαχρονικά. Γιατί στην περίπτωση της Ευρωζώνης έχουμε τέτοια αποτυχία ιστορικού μεγέθους;
 
Υπάρχει φυσικά η ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού που κυριαρχεί στα κέντρα εξουσίας και ειδικά στο Βερολίνο με τη σκληρή μορφή του Ορντολιμπεραλίσμους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η γερμανική ισχύς έχει επιβάλει τις δικές της εμμονές στους μηχανισμούς της ΕΕ. Πλανώνται πλάνην οικτράν όμως όσοι πιστεύουν ότι είναι απλώς θέμα ιδεολογίας και ότι, αν εκλείψει η κ. Μέρκελ και επικρατήσουν άλλες αντιλήψεις, θα επιστρέψει η ΕΕ και η ΟΝΕ σε κάποιον παράδεισο λογικής. Ακόμη μεγαλύτερη είναι η πλάνη ορισμένων δυνάμεων της Αριστεράς στην Ελλάδα που φαίνεται να πιστεύουν ότι αντιπαλεύοντας το νεοφιλελευθερισμό θα 'αλλάξουν την Ευρώπη'.
 
Ο ακρογωνιαίος λίθος του παραλογισμού της ΟΝΕ είναι η ανελέητη ταξική και εθνική πραγματικότητα της σημερινής Ευρώπης. Το μεγάλο εξαγωγικό και τραπεζικό κεφάλαιο στη Γερμανία συνεχίζει να κρατάει τους μισθούς σχετικά χαμηλά αποσπώντας έτσι ανταγωνιστικό πλεονέκτημα και κυριαρχώντας στην ΕΕ. Το γεγονός ότι η πολιτική αυτή είναι κοντόφθαλμη, αφού έχει καταστρέψει την περιφέρεια, σταδιακά βουλιάζει τη Γαλλία, και κρατάει ολόκληρη την Ευρώπη (και τη Γερμανία!) σε στασιμότητα, δεν αρκεί για να αφαιρέσει τις ταξικές και εθνικές παρωπίδες. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό στην ιστορία του καπιταλισμού.
 
Η σκληρή αλήθεια είναι ότι δυστυχώς η Ευρώπη δε θα μπορέσει να απαλλαγεί από το ζουρλομανδύα της ΟΝΕ χωρίς ταξική και εθνική αντιπαράθεση κατά μήκος και πλάτος της Ένωσης.
 
Η περιφέρεια έχει για την ώρα αποδεχθεί τη γερμανική επιβολή, αλλά η Γαλλία και η Ιταλία βρίσκονται στα πρώτα στάδια της σύγκρουσης.
 
Τα κόμματα της Αριστεράς στην περιφέρεια και ειδικά στην Ελλάδα έχουν καθήκον να προετοιμάζονται και όχι να καλλιεργούν ψευδαισθήσεις.
 
Kαθ. Κώστας Λαπαβίτσας

merkel shauble tetatet

Το οικονομικό μοντέλο της Γερμανίας στο στόχαστρο της ΕΕ. "Αυξήστε μισθούς και μειώστε τα υπερβολικά πλεονάσματα", το μήνυμα των Βρυξελλών στη Μέρκελ

Οι Βρυξέλλες θεωρούν "απαραίτητη" την αύξηση των μισθών στη Γερμανία, καθώς έτσι η χώρα θα βοηθήσει σε πολλαπλά επίπεδα και τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σημείωσε το Σάββατο ο Ευρωπαίος επίτροπος αρμόδιος για την Απασχόληση, τις Κοινωνικές Υποθέσεις και την Κοινωνική Ένταξη Λάσλο Άντορ.

"Είναι πολύ σημαντικό η Γερμανία να πολλαπλασιάσει τις δημόσιες επενδύσεις, να τονώσει τη ζήτηση και να μειώσει τα υπερβολικά εμπορικά πλεονάσματα, τα οποία ζημιώνουν τους ευρωπαίους εταίρους τους.

Προς τούτο, μια αλλαγή της μισθολογικής πολιτικής είναι απαραίτητη, κατά την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής», εξήγησε ο Ούγγρος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γερμανική εφημερίδα Die Welt και δημοσιεύεται σήμερα Κυριακή.

"Η αύξηση των μισθών συνεχίζει να υπολείπεται σε σχέση με την εξέλιξη της παραγωγικότητας" εδώ και πάνω από δέκα χρόνια στη Γερμανία, επισήμανε κριτικά ο Ευρωπαίος επίτροπος μιλώντας στη συντηρητική γερμανική εφημερίδα.

"Θα ήταν προτιμητέο οι μισθοί να αυξάνονται παράλληλα με την παραγωγικότητα", πρόσθεσε ο ίδιος.

Μεγάλα περιθώρια αναπροσαρμογής προς τα πάνω

Ο διάλογος περί της αύξησης των μισθών έχει αναζωπυρωθεί το τελευταίο διάστημα στη Γερμανία. Ο Γενς Βάιντμαν, ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ, του κεντρικού πιστωτικού ιδρύματος της χώρας, εκτιμούσε μάλιστα πρόσφατα ότι οι μισθοί έχουν περιθώριο να αυξηθούν έως και κατά 3% στη χώρα αυτή, όπου κατά τόπους «βρισκόμαστε σχεδόν σε κατάσταση πλήρους απασχόλησης».

Η Γερμανία εφάρμοσε μια πολιτική περιορισμού των μισθών εδώ και χρόνια, κι αυτός υπήρξε ένας καθοριστικός παράγοντας για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεών της.

Ενώ η ευρωζώνη συνεχίζει να βρίσκεται εν μέσω οικονομικού μαρασμού, η ιδέα αυτή κερδίζει έδαφος μεταξύ ορισμένων Ευρωπαίων, για τους οποίους η άνοδος των μισθών στη Γερμανία θα αποδεικνυόταν επωφελής για όλους στην ΕΕ, αφού θα διόρθωνε εν μέρει το χάσμα ανταγωνιστικότητας, αλλά και θα τόνωνε την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών στη μεγαλύτερη αγορά της Ευρώπης.

Η Γαλλία έχει προβεί επανειλημμένως σε εκκλήσεις για αυτό, το τελευταίο διάστημα μάλιστα διά στόματος του προέδρου της χώρας Φρανσουά Ολάντ. Η ρητορική του έχει θερμούς υποστηρικτές στη Γερμανία, ιδίως στις τάξεις των σοσιαλδημοκρατών, οι οποίοι εξάλλου εισηγήθηκαν το νόμο για τον κατώτερο μισθό ο οποίος θα τεθεί σε ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2015.

Όμως η επιβράδυνση της γερμανικής οικονομίας το δεύτερο τρίμηνο ρίχνει μια βαριά σκιά στις επιθυμίες και τις προσδοκίες για αυξήσεις των μισθών. Η οικονομία της μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ συρρικνώθηκε κατά 0,2% από τον Απρίλιο ως τον Ιούνιο του 2014.

Σε αυτό το πλαίσιο, η εργοδοσία στη Γερμανία έχει ήδη προειδοποιήσει ότι οι διαπραγματεύσεις για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας σε διάφορους κλάδους, οι οποίες προβλέπεται να αρχίσουν να διεξάγονται τους επόμενους μήνες, "θα είναι δύσκολες".

Με πληροφορίες από ΑΠΕ

Περισσότερα Άρθρα...