Ευρεία δημοσιότητα στον Ξένο Τύπο για την παραπομπή Παπακωνστατίνου

Κόσμος
Tools

papakonstantinou lagard

Τις καταιγιστικές εξελίξεις στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ και την εμπλοκή του ονόματος του πρώην υπουργού Οικονομικών, Γιώργου Παπακωνσταντίνου αναφέρονται εκτενή δημοσιέυματα στο διεθνή Τύπο.

«Η λίστα των φοροφυγάδων τροποποιήθηκε για να κρυφτούν ονόματα» είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος του πρακτορείου Reuters, το οποίο επισημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση στηρίζει την έρευνα για τον πρώην υπουργό Οικονομικών Γιώργο Παπακωνσταντίνου μετά την διερεύνηση των οικονομικών εισαγγελέων, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι έχουν σβηστεί ονόματα συγγενών του από «τη λίστα με τους πιθανούς φοροφυγάδες, την οποία χειρίστηκε όσο ήταν υπουργός». «Η λίστα άλλαξε από ελληνικά χέρια» δήλωσε στο πρακτορείο δικαστική πηγή που διατηρεί την ανωνυμία της.

«Έλληνας πρώην υπουργός Οικονομικών εν μέσω σκανδάλου» είναι ο τίτλος του ρεπορτάζ του Associated Press, που αναφέρει ότι ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου αρνείται τις κατηγορίες. «Ο Έλληνας πρώην υπουργός Οικονομικών βρίσκεται στο επίκεντρο ενός κλιμακούμενου πολιτικού σκανδάλου αφού τρεις από τους συγγενείς του φέρονται να λείπουν από τη λίστα των Ελλήνων με καταθέσεις σε ελβετικές τράπεζες που οι αρχές χρησιμοποιούν προκειμένου να ερευνήσουν πιθανή φοροδιαφυγή» γράφει.

Αναφέρει επίσης με λεπτομέρειες την πολιτική θύελλα που έχει ξεσπάσει, τη διαγραφή του πρώην υπουργού από το ΠΑΣΟΚ και τη δήλωση διάψευσης του Γιώργου Παπακωνσταντίνου περί εμπλοκής του στην υπόθεση.

«Ο πρώην Έλληνας υπουργός Οικονομικών αρνείται την αλλοίωση της λίστας Λαγκάρντ» υπογραμμίζει το Bloomberg που αναφέρει ότι για τους χειρισμούς Παπακωνσταντίνου υπήρξε έντονη κριτική τόσο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης όσο και από τον κυβερνητικό συνασπισμό του Αντώνη Σαμαρά. Παράλληλα θυμίζει και την σύλληψη του δημοσιογράφου Κώστα Βαξεβάνη για την δημοσιοποίηση της λίστας.

Ο Guardian εστιάζει στο ότι ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου αρνείται κατηγορηματικά ότι άλλαξε την λίστα Λαγκάρντ και γι' αυτό οι δικαστικές αρχές είναι προσεκτικές. «Στο διαπεραστικό κλίμα που επικρατεί στην Ελλάδα, όπου οι εκκλήσεις για δικαιοσύνη δυναμώνουν μεταξύ του πληθυσμού που κατηγορεί σχεδόν αποκλειστικά για το οικονομικό χάος της χώρας τα λάθη των πολιτικών, οι κατήγοροι είναι επίσης προσεκτικοί απέναντι σε ένα κυνήγι μαγισσών, στο οποίο ο Παπακωνσταντίνου που έχει αρνηθεί αυστηρά οποιαδήποτε αναφορά ότι αλλοίωσε τη λίστα, θα είναι ένα εύκολο θύμα» γράφει η βρετανική εφημερίδα.

 

Economist: Ενοχος ή αποδιοπομπαίος ο Παπακωνσταντίνου;

Με τον τίτλο «Ένοχος ή αποδιοπομπαίος τράγος» αναφέρεται το περιοδικό Economist στην εμπλοκή του ονόματος του πρώην υπουργού Οικονομικών, Γιώργου Παπακωνσταντίνου στην υπόθεση αλλοίωσης της λίστας Λαγκάρντ.

«Ο πρώτος ένοχος στο μεγαλύτερο σκάνδαλο φοροδιαφυγής στην πρόσφατη μνήμη της Ελλάδας δεν είναι κάποιος μεγάλος κροίσος αλλά ο πρώην υπουργός Οικονομικών», σημειώνει το περιοδικό.

«Το 2010 ο κ.Παπακωνσταντίνου, κορυφαίος διαπραγματευτής του πρώτου μνημονίου με την ΕΕ και το ΔΝΤ, παρέλαβε από τη γαλλική κυβέρνηση έναν δίσκο ηλεκτρονικού υπολογιστή με τα ονόματα περίπου 2.000 Ελλήνων με λογαριασμούς σε ελβετική τράπεζα. Ο πρώην υπουργός έπρεπε αμέσως να παραδώσει στην οικονομική αστυνομία τη «λίστα Λαγκάρντ», η οποία ονομάστηκε έτσι από το όνομα της τότε υπουργού Οικονομικών της Γαλλίας», προσθέτει το δημοσίευμα.

«Αντ' αυτού την κράτησε, σύμφωνα με το παραπεμπτικό πόρισμα της Βουλής. Το πόρισμα κάνει λόγο για ενδείξεις ότι ο κ.Παπακωνσταντίνου έσβησε ονόματα τριών μελών της οικογένειάς του απο τη λίστα, προτού τη μεταφέρει στο USB. Η έρευνα σταμάτησε: δύο διευθυντές του ΣΔΟΕ είπαν ότι δεν έλαβαν ποτέ σαφείς οδηγίες από τον Γ.Παπακωνσταντίνου», συνεχίζει το άρθρο.

«Τώρα, ο πρώην υπουργός βρίσκεται αντιμέτωπος με τη διεξαγωγή πλήρους κοινοβουλευτικού ελέγχου, με το ενδεχόμενο άρσης της ασυλίας του και δίκης για νόθευση εγγράφων και παράβαση καθήκοντος. Διεγράφη από το ΠΑΣΟΚ ενώ ο ίδιος αρνήθηκε ότι αλλοίωσε το δίσκο, ισχυριζόμενος ότι έγινε ο αποδιοπομπαίος τράγος από αυτούς που δεν εξασφάλισαν, ως όφειλαν, τη διεξαγωγή έρευνας για να διαπιστωθεί αν οι άνθρωποι της λίστας ήταν φοροφυγάδες».

«Ο νυν πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος διαδέχθηκε στο υπουργείο Οικονομικών τον κ.Παπακωνσταντίνου, θα πρέπει να έρθει κι αυτός αντιμέτωπος με κοινοβουλευτικό έλεγχο, σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίζεται ότι ο κ.Βενιζέλος κράτησε το USB στο συρτάρι του γραφείου του για περισσότερο από ένα χρόνο, προτού το στείλει στον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, μία ημέρα μετά αφότου ο νυν υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε ότι θα διαλευκάνει την υπόθεση ζητώντας από το Παρίσι ένα άλλο αντίγραφο του δίσκου», σημειώνει ο Economist.

«Τα ονόματα που αναφέρονται στο USB, που διέρρευσαν σε ελληνικό περιοδικό, θα μπορούσαν να αποτελούν τη σύνοψη της ελληνικής επιχειρηματικής ελίτ. Ο νέος δίσκος που έχουν τώρα στα χέρια τους ο οικονομικοί εισαγγελείς περιλαμβάνει ονόματα μελών της οικογένειας του κ.Παπακωνσταντίνου: της Ελένης Παπακωνσταντίνου, δικηγόρου εμπορικού δικαίου απόφοιτης του Χάρβαρντ και μέλους του ΤΑΙΠΕΔ, και του συζύγου της, με κοινό λογαριασμό ύψους 1,2 εκ. ευρώ, καθώς και του συζύγου της αδερφής της κυρίας Παπακωνσταντίνου, μεσίτη οπλικών συστημάτων για το Πολεμικό Ναυτικό. Στις 2 Ιανουαρίου, η κυρία Παπακωνσταντίνου, η οποία ισχυρίζεται ότι δεν έκανε τίποτα παράνομο, παραιτήθηκε από το ΤΑΙΠΕΔ», επισημαίνει.

Καταλήγοντας το περιοδικό αναφέρει: Ο κ.Σαμαράς στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του δεσμεύθηκε για άμεση τιμωρία των φοροφυγάδων, τονίζοντας ότι κανείς δεν μπορεί να έχει ασυλία στη δίωξη. Οι συμπατριώτες του ωστόσο εκφράζουν σκεπτικισμό: σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση τα δύο τρίτα των Ελλήνων πιστεύουν ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει στο κυνήγι της φοροδιαφυγής».

 

FRANKFURTER ALLGEMEINE

Ο κ. Γ. Παπακωνσταντίνου

Ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου, που φέρεται να διέγραψε ονόματα συγγενικών του προσώπων από τη λίστα Λαγκάρντ, απασχολεί πάλι τη δημοσιότητα. Ο πρώην υπουργός εθεωρείτο πρωταγωνιστής των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα μέχρι που εμφανίστηκε η περιβόητη λίστα. Oσο δεν υπάρχουν αποδείξεις, ο Γ. Παπακωνσταντίνου παραμένει αθώος. Για την Ελλάδα θα ήταν καλό να αποδειχθεί η αθωότητα του πρώην υπουργού. Διότι, σε διαφορετική περίπτωση, πλήττεται για μια ακόμα φορά η αξιοπιστία του ελληνικού πολιτικού κόσμου.

Το πρώτο θύμα της λίστας ήταν η ελευθερία του Τύπου. Oταν Ελληνας δημοσιογράφος δημοσίευσε τη λίστα, συνελήφθη για παραβίαση προσωπικών δεδομένων. Στη λίστα που δημοσιεύθηκε απουσίαζαν τρία ονόματα. Ο Γ. Παπακωνσταντίνου κατηγορείται ότι αποφάσισε τη διαγραφή τριών συγγενικών του προσώπων.

Ο πρώην υπουργός είναι φυσικά αθώος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. Oμως, οι ενδείξεις είναι συντριπτικές. Το δεύτερο θύμα της λίστας Λαγκάρντ δεν είναι μόνο ο Γ. Παπακωνσταντίνου, αλλά το σύνολο της πολιτικής τάξης στην Ελλάδα, την οποία πλήττει ο πρώην υπουργός Οικονομικών.

 

EL PAIS

Διπλό σκεπτικό

Η φορολόγηση με 75% στα εισοδήματα άνω του ενός εκατομμυρίου ευρώ τον χρόνο ήταν μια από τις εμβληματικές εξαγγελίες με τις οποίες ο Φρανσουά Ολάντ κέρδισε τις εκλογές στη Γαλλία. Ηταν πρωτίστως συμβολική, διότι η εφαρμογή της θα αφορούσε μόνο 2.000 πολίτες και τα έσοδα που θα συγκεντρώνονταν σε μια διετία θα ήταν περί τα 400 εκατ. ευρώ. Η απόρριψη του σχετικού νομοσχεδίου από το Συνταγματικό Συμβούλιο της Γαλλίας συνεπάγεται να παγώσει το μέτρο προς το παρόν και αναγκάζει τον Ολάντ, που η δημοτικότητα του είναι ιδιαιτέρως χαμηλή, να αναθεωρήσει σε βάθος την πολιτική του, τις επόμενες εβδομάδες. Το μέτρο στηρίζει στην πλειονότητά του ο γαλλικός λαός, παρά τις έντονες ενστάσεις ή ακόμη και την απόφαση ορισμένων προσωπικοτήτων, όπως ο ηθοποιός Ζεράρ Ντεπαρντιέ, να εγκαταλείψουν τη Γαλλία για να πληρώνουν λιγότερους φόρους.

Ο Ολάντ σχεδίασε αυτόν τον φόρο με διπλό σκεπτικό: Αφ' ενός, αυτοί που έχουν περισσότερα πρέπει να συμβάλουν στην έξοδο από την κρίση και, αφ' ετέρου, πρέπει να δοθεί μάχη εναντίον της ανισότητας στη διανομή του πλούτου, που έχει επιταθεί την τελευταία εικοσαετία στη Γαλλία. Και ο Αμερικανός πρόεδρος προσπαθεί να περιορίσει αυτές τις ανισότητες, αυξάνοντας τη φορολόγηση των πλέον εύπορων.